Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Καλά Χριστούγεννα, κύριε Φλωμπέρ!

" Τίποτα από όσα έχουν σχέση με τον Φλωμπέρ δεν κράτησε ποτέ για πολύ. Πέθανε πριν από εκατό χρόνια και δεν άφησε τίποτ' άλλο από χαρτιά. Χαρτιά, ιδέες, φράσεις, μεταφορικές έννοιες, σφιχτή, καλογραμμένη πρόζα που μετατρέπεται σε ήχο. 'Ολα έγιναν όπως εκείνος τα θέλησε, και μόνον η αγάπη των θαυμαστών του πληγώθηκε. Το σπίτι του στην Κρουασέ γκρεμίστηκε αμέσως μετά το θάνατό του κι έγινε εργοστάσιο παραγωγής οινοπνεύματος. Δε θα μου φανεί καθόλου παράξενο αν μια μέρα απαλλαγούν και από το άγαλμά του".

Πόσα και ποια μπορούμε να ξέρουμε για τον Γκυστάβ Φλωμπέρ; Ότι ήταν εθισμένος στον καφέ; ότι είχε πάθει πρόωρο γήρας που είχε μετατρέψει τον όμορφο, ονειροπαρμένο νεαρό σε φαλακρό, πλαδαρό αστό; ότι είχε κολλήσει σύφιλη; ότι είχε χάσει όλα του δόντια, κι εξαιτίας μιας θεραπείας με υδράργυρο, το σάλιο του ήταν συνέχεια μαύρο; Άντε και τα μάθαμε. Ε, και; "Η βιογραφία είναι έτοιμη στο ράφι, χοντρή και αξιοπρεπής σαν καλοθρεμμένος αστός: με ένα σελίνι μαθαίνετε τα γεγονότα μιας ζωής, με δέκα λίρες όλες τις λεπτομέρειες και τις εικασίες" . (Ο Παπαγάλος του Φλωμπέρ,σ. 45). Ξαναρωτώ: ε, και ;



Πιο πολύ με συγκινεί ότι ένιωθε Αρκούδα. Ο Φλωμπέρ ΗΤΑΝ η Αρκούδα. "Είμαι Αρκούδα και θέλω να παραμείνω Αρκούδα, μέσα στη φωλιά μου, μέσα στο άντρο μου, μέσα στο πετσί μου, μέσα στο γέρικο αρκουδοτόμαρό μου. Θέλω να ζήσω ήσυχα μακριά από όλους αυτούς τους αστούς και τις αστές. Για μένα, ο καλλιτέχνης είναι ένα είδος τέρατος - κάτι έξω από τη φύση" . Ζω μόνος σαν αρκούδα" . Ο συγγραφέας στα έσχατα όρια της ύπαρξής του, στην τέλεια απομάκρυνσή του από τους ανθρώπους, σε μια προοδευτική πορεία προς τα έσχατα όρια του αρκουδισμού. 

Αυτή η μοναχική Αρκούδα, αυτό το τέρας που ροκάνισε σιγά σιγά τον ίδιο του τον εαυτό, το ίδιο του το κορμί, τα ίδια του τα δάχτυλα που έγραψαν τη Μαντάμ Μποβαρύ ("Γράφοντας αυτό το βιβλίο, ένιωθα σαν πιανίστας που προσπαθεί να παίξει με μολυβένια βάρη στα δάχτυλα"), αυτός που κουράστηκε να γράφει μέχρι θανάτου, μέχρι που πέθανε φτωχός, μόνος κι εξουθενωμένος, αυτός ο εμβληματικός συγγραφέας σήμερα, μετρ του στυλ και του προσωπικού ύφους, γράφει τις πιο έξοχες φράσεις που έχουν γραφτεί ποτέ από άνθρωπο. Οι μεταφορές του λαμποκοπούν σα πολύτιμα πετράδια κι ανάβουν του μυαλού όλα τα φώτα. Let the show begin!




1842
Τα βιβλία μου κι εγώ μέσα στο ίδιο διαμέρισμα είναι όπως το αγγουράκι με το ξύδι.

1846
Πολύ νέος είχα μπουχτίσει τη ζωή. Ήταν σαν τη μυρωδιά άσχημου φαγητού που έρχεται από το φωταγωγό. Δε χρειάζεται να το φας για να κάνεις εμετό. 

1846
Είμαι σαν το πούρο. Για να ανάψει πρέπει να ρουφήξει κανείς με όλη του τη δύναμη.

1846
Είμαι ένας σκοτεινός και υπομονετικός ψαράς μαργαριταριών που βουτάει στα βαθιά και γυρίζει στην επιφάνεια με άδεια χέρια και μελανιασμένο πρόσωπο. Μια μοιραία έλξη με τραβάει μέσα στην άβυσσο της σκέψης, στα βαθιά, εσωτερικά της βάραθρα που δε στερεύουν ποτέ...

1846
Έκανα μαζί σου ό,τι είχα κάνει άλλοτε με αυτούς που αγαπούσα: τους έδειξα τον πάτο του σάκου και η στυφή σκόνη που έβγαινε από μέσα τους έπιασε στο λαιμό.

1851
Η δική μου η φιλία μοιάζει με γκαμήλα. Έτσι και ξεκινήσει, δεν υπάρχει τρόπος να τη σταματήσεις. 

1852
Αγαπώ τη δουλειά μου με μια παθιασμένη και διεστραμμένη αγάπη, όπως αγαπάει ο ασκητής το τρίχινο ρούχο που του πληγώνει την κοιλιά.

1857
Τα βιβλία δε γίνονται όπως τα παιδιά, αλλά όπως οι πυραμίδες, με ένα ορισμένο σχέδιο και με ογκόλιθους που μπαίνουν ο ένας πάνω στον άλλον απαιτώντας κόπο, μόχθο και ιδρώτα χωρίς να χρησιμεύουν σε τίποτα. Υψώνονται στην έρημο! Κυριαρχούν όμως στο τοπίο μεγαλόπρεπα.

Ο Παπαγάλος του Φλωμπέρ, του Τζούλιαν Μπαρνς (Αθήνα, 1988) από όπου και τα παραπάνω αποσπάσματα, είναι η απόδειξη ότι ένας συνταξιούχος γιατρός, θαυμαστής του Φλωμπέρ μπορεί να γράψει την χειρουργικότερη και πιο ευαίσθητη βιογραφία από οποιονδήποτε επαγγελματία βιογράφο. Αν κατορθώσετε να βρείτε την πριν από μερικά χρόνια εξαντλημένη έκδοση στα ελληνικά, διαβάστε την χωρίς δεύτερη σκέψη.

                                           
                                         Γκυστάβ Φλωμπέρ, σκίτσο του David Levine

ΦΛΩΜΠΕΡ, ΓΚΥΣΤΑΒ

Ο ερημίτης του Κρουασέ. Ο πρώτος μοντέρνος συγγραφέας. Ο πατέρας του ρεαλισμού. Ο φονιάς του ρομαντισμού. Η γέφυρα που ενώνει τον Μπαλζάκ με τον Τζόυς. Ο πρόδρομος του Προυστ. Η αρκούδα στη σπηλιά της. Ο αστός με την αστοφοβία. Στην Αίγυπτο, "ο πατέρας του μύστακα". Ο Άγιος Πολύκαρπος, ο Κρυσάρ, ο Καραφόν, le Vicaire- General, ο Ταγματάρχης, ο γέρο Άρχοντας, ο Ηλίθιος των Σαλονιών. Όλοι αυτοί οι τίτλοι δόθηκαν σε έναν άνθρωπο που περιφρονούσε κάθε τιμητική διάκριση. " Οι τιμές ατιμάζουν, οι τίτλοι υποβιβάζουν, τα καθήκοντα αποβλακώνουν" . 


Κύριε Φλωμπέρ, καληνύχτα σας.



                                     

Όλα τα αποσπάσματα είναι από το βιβλίο του Τζούλιαν Μπαρνς, Ο Παπαγάλος του Φλωμπέρ



Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Μένης Κουμανταρέας - Κώστας Ταχτσής: Εκλεκτικές συγγένειες θανάτου


" Το θάνατο ενός γνωστού συγγραφέα διαδέχεται η δημοσιογραφική βουλιμία και η αναγνωστική έξαψη. Πολύ περισσότερο όταν ο θάνατος αυτός δεν ήρθε αβίαστα και η ζωή του δεν υπάκουε στα κοινά μέτρα" . Για το θάνατο του Κώστα Ταχτσή αυτά έγραψε ο Μένης Κουμανταρέας στο αφήγημά του από το ομώνυμο βιβλίο " Η μέρα για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα". Κι άλλα πολλά έγραψε, " σε θυμάμαι" έλεγε, "σε θυμάμαι". Κι είναι να απορείς γιατί θα μπορούσε το "σε" να είναι "με" και να μιλάει για το δικό του άδοξο τέλος. Πως πέθαναν κι οι δυο φριχτά, αφύσικα και τρομαγμένα. Πως τους βρήκαν, κι αυτό από μόνο του είναι λάθος για όλους τους ανθρώπους, πόσο μάλλον για αυτούς. 

Γράφει ο Μένης: " Τελειώνοντας, θα ήθελα να σου πω ότι συχνά σε σκέφτομαι διαβάζοντας το αστυνομική δελτίο. Είναι γεμάτο φόνους σαν τον δικό σου. Κι αν για κάποια από αυτά τα εγκλήματα οι δολοφόνοι πιάστηκαν, όμως δικαιοσύνη δεν αποδόθηκε και δεν αποδίδεται ποτέ. Όταν κάποτε, λίγο καιρό μετά το θάνατό σου, βρέθηκα στην Ασφάλεια για να καταγγείλω μια ληστεία, δήλωσα αναπόφευκτα την ιδιότητα του συγγραφέα. Τότε ο αξιωματικός στο γραφείο του οποίου βρέθηκα με ρώτησε με νόημα: " Είστε κι εσείς συγγραφέας σαν τον Ταχτσή;" Από την απάντησή μου θα έκρινε ποιος είναι ο πραγματικός φταίχτης. 

Αχ ρε Μένη. Με το υπόγειο χιούμορ του θανάτου.